κλεπτομανία

κλεπτομανία
η
(ψυχιατρ.) συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από την εκτέλεση κλοπών κατ' επανάληψη συνοδευόμενων από αγχώδη εσωτερική τάση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cleptomanie < clepto- (πρβλ. κλέπτω) + -manie (πρβλ. -μανία < μανία < μαίνομαι). Η λ. μαρτυρείται από το 1852 στον Ιω. Πύρλα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κλεπτομανία — η μεγάλη επιθυμία για κλέψιμο: Τον έχει κυριέψει η κλεπτομανία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κλεπτομανής — ές αυτός που πάσχει από κλεπτομανία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cleptomane < clepto (πρβλ. κλέπτω) + mane (πρβλ. μανής < μαίνομαι). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν τού Ν. Γ. Πολίτου] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”